Μια συγκινητική, απολαυστική, αλλά άκρως αντισυμβατική χριστουγεννιάτικη ταινία, το Tokyo Godfathers (2003), του Kon Satoshi, συνιστά ένα σύγχρονο παραμύθι, μέσω του οποίου η ζωτική σημασία της οικογένειας φανερώνεται.
Καθ’ ουσία όλη η ταινία περιστρέφεται γύρω από μια ανάγκη· αυτή για οικογενειακή στοργή και θαλπωρή, τόσο από την πλευρά των γονέων, όσο κι από αυτή των παιδιών, αλλά και μια ενδόμυχη επιθυμία για αναβίωση παλαιών, απλούστερων στιγμών μαζί με αυτά τα τόσο σημαντικά για τον καθένα πρόσωπα.
Καλά όλα αυτά και ταιριαστά σε μια χριστουγεννιάτικη ταινία, αλλά μάλλον κοινότυπα, σχεδόν γραφικά θα τα χαρακτήριζε κανείς, επομένως πώς προκύπτει ο χαρακτηρισμός της ως αντισυμβατική;
Ο λόγος δεν είναι άλλος από το ότι οι κεντρικοί μας ήρωες κάθε άλλο παρά μια συνηθισμένη οικογένεια συνθέτουν.
Πρόκειται για τρεις άστεγους που έχουν δομήσει μια «ψευδοοικογένεια» ούτως ώστε να προστατεύσουν ο ένας τον άλλο από τον σκληρό έξω κόσμο, να προσφέρουν συντροφιά, αλλά και να συνδράμουν στην αναμέτρηση του καθενός με τους προσωπικούς του δαίμονες, που πιστέψτε με είναι πολλοί.
Ο Gin είναι ένας μεσήλικας αλκοολικός που ισχυρίζεται πως είχε υπάρξει πρωταθλητής στην ποδηλασία, ενώ στον δρόμο τον οδήγησε η χρεοκοπία του ίδιου, αλλά και της οικογένειας του, που εγκατέλειψε, αφότου έχασε όλα τους τα χρήματα στον τζόγο.
Η Hana είναι μια τρανς γυναίκα που εγκαταλείφθηκε σε μικρή ηλικία από την οικογένεια της, με αποτέλεσμα να περάσει το υπόλοιπο της παιδικής της ηλικίας από ανάδοχη σε ανάδοχη οικογένεια, χωρίς ποτέ να αισθανθεί ότι κάπου ανήκει. Ως εκ τούτου δεν επιθυμεί τίποτα περισσότερο από τη δημιουργία μιας δικιάς της οικογένειας στην οποία θα μπορέσει να προσφέρει όσα εκείνη ποτέ δεν είχε.
Τέλος, το τρίο συμπληρώνει η μικρή Miyuki, που ύστερα από έναν έντονο διαπληκτισμό με βίαια κατάληξη με τον πατέρα της το σκάει απ’ το σπίτι της, μετατρέποντας τη ζωή της σε ένα ψυχοφθόρο παιχνίδι γάτας και ποντικιού με την αστυνομία, ή τουλάχιστον έτσι πιστεύει εκείνη, με συνέπεια να αρνείται να φανερωθεί σε δημόσια θέα.
Οι τρεις τους, που αρχικά δεν φαίνεται να είναι τίποτα περισσότερο από καρικατούρες χαρακτήρων, κατά τη διάρκεια της ταινίας θα εμπλουτιστούν με νέα στοιχεία, καθώς μία αλληλουχία συγκυριών θα φέρει στο προσκήνιο το παρελθόν τους, ενώ συνάμα ευφυέστατοι και συχνά αρκετά αστείοι διάλογοι – με την μεταξύ τους χημεία να κλέβει την παράσταση σε πολλά σημεία – θα συμβάλουν στο να διανθιστεί το ολοένα και πληρέστερο περίγραμμα των προσωπικοτήτων τους με νέα στοιχεία. Μέχρι το τέλος της ταινίας οι τρεις αυτοί ιδιότροπος άγνωστοι θα μας έχουν κατακτήσει και πλέον θα θεωρούνται τόσο πολυδιάστατοι όσο και συμπαθείς, με κατανοητούς και ρεαλιστικούς στόχους, κίνητρα και κώδικες συμπεριφοράς.
Ας επανέλθω όμως στις προαναφερθείσες συγκυρίες. Χάρη σε αυτές η πλοκή θα προωθηθεί με ιλιγγιώδη ρυθμό κι ενώ σε οποιαδήποτε άλλη ταινία, τόσο η ροή όσο και η αληθοφάνεια της θα είχε πληγεί τόσο από το πλήθος όσο και από την εναλλαγή τους σε ύφος και υπόσταση, εδώ το ακριβώς αντίθετο συμβαίνει. Αυτό οφείλεται πρώτα και κύρια στην αφηγηματική μαεστρία και μυθοπλαστική αρτιότητα του Kon Satoshi, με το εορταστικό πλαίσιο της ταινίας να συμβάλει κι εκείνο, αν και λιγότερο. Ιδιαίτερα ενδιαφέρον είναι ότι αυτό είναι κάτι που αναγνωρίζεται εντός της ταινίας με αρκετές νύξεις να γίνονται αναφορικά με το θαύμα των Χριστουγέννων και λοιπά στερεότυπα του είδους. Στερεότυπα που εν συνεχεία θα αποδομηθούν, συχνά με τρόπο ξεκαρδιστικό.
Δεν αποτελείται όμως η ταινία στο σύνολο της από ξεκαρδιστικές ή αξιολάτρευτες στιγμές. Το χιούμορ της είναι σκοτεινό, κι αν ήταν κωμωδία θα ήταν μαύρη. Ο Kon Satoshi, ουδέποτε θα διστάσει από το να φέρει στο προσκήνιο σκηνές βίαιες, στυγνές, αποπνικτικά απελπιστικές, κι όμως συνήθης στην καθημερινότητα πολλών αστέγων συνανθρώπων μας. Το αποτέλεσμα καθηλωτικό. Πολλές από αυτές τις σκηνές μάλιστα είτε προκύπτουν τυχαία είτε αναβλύζουν ματαιότητα που ενισχύει το παραπάνω.
Αξίζει να γίνει μια αναφορά στον Kon Satoshi, που υπογράφει τόσο το σενάριο, όσο και τη σκηνοθεσία του Tokyo Godfathers. Ο Kon ήταν ένας από τους πλέον εμβληματικούς πρωτοπόρους του animation, με σπουδαίες ταινίες του όπως το «Paprika» και το «Perfect Blue» να κάνουν θραύση εγχώρια αλλά και στη δύση, συμβάλλοντας καθοριστικά στην κατάρριψη του στερεότυπου που ήθελε το animation να απευθύνεται μονάχα σε παιδιά.
Στο Tokyo Godfathers θα τον δούμε να κάνει χρήση ενός ιδιαίτερου και όχι τόσο ρεαλιστικού στυλ απεικόνισης και κίνησης, με απλοϊκά σκηνικά και χαρακτήρες που έχουν σχεδιαστεί, μιλούν και κινούνται με έναν τρόπο μάλλον ιμπρεσιονιστικό. Στην παλέτα ενός λιγότερο ταλαντούχου σκηνοθέτη κάτι τέτοιο θα αποτελούσε περιοριστικό παράγοντα. Το όραμα του Kon όμως θα το καταστήσει γρήγορα αποδεκτό και ερεθιστικό για την φαντασία, που θα εξωραΐσει και θα προσφέρει ένα πανέμορφο μαγικό υποκατάστατο του γκρίζου κόσμου μας.
Θα κλείσω με μια σύντομη αναφορά στην πλοκή της ταινίας, που περιλαμβάνει τα πάντα, από σκηνές πάθους και μελοδράματος, μέχρι και σκηνές δράσης που κόβουν την ανάσα, προσφέροντας έτσι κάτι σε κάθε υποψήφιο θεατή.
Οι άδειοι και κρύοι δρόμοι του Τόκυο το διάστημα των εορτών θα φιλοξενήσουν μια περιπέτεια άνευ προηγούμενου, αφού μια μέρα, κι ενώ οι πρωταγωνιστές μας ψάχνουν τα σκουπίδια για να προσφέρουν ένα δώρο ο ένας στον άλλο στα πλαίσια του πνεύματος των εορτών, τη σιωπή θα διακόψει το κλάμα ενός μωρού. Όλοι τους, ενώ έχουν διαφορετική άποψη για το πώς πρέπει να το χειριστούν και τα κίνητρα τους για να προσφέρουν βοήθεια στο εγκαταλειμμένο μωρό διαφέρουν, συμφωνούν σε αυτό· οφείλουν να το προστατεύσουν και πρέπει να βρουν τους γονείς του. Η αναζήτηση αυτή θα αποδειχθεί δυσκολότερη και πιο συνθέτη απ’ ότι αρχικά φανταζόταν κι ο πιο απαισιόδοξος απ’ τους ήρωες μας, όμως ποτέ δεν θα το βάλουν κάτω και για αυτό, παρά τις όποιες αντιξοότητες, τελικά θα επιτύχουν, με τρόπο αξιοθαύμαστο, τον στόχο τους, προσφέροντας ένα απερίγραπτο αίσθημα ικανοποίησης σε όλους εμάς που τους συντροφεύσαμε σε όλο αυτό το ταξίδι.
Συνιστώ ανεπιφύλακτα το Tokyo Godfathers σε κάθε φίλο του κινηματογράφου που επιθυμεί να εμπλουτίσει τη λίστα του με εορταστικές ταινίες, αλλά και με ταινίες που πραγματεύονται τα θαύματα, την αγάπη, την οικογένεια και τη συγχώρεση· όλα αυτά που κάνουν δηλαδή τις γιορτές μας μοναδικές.
Καλή προβολή και καλές γιορτές σε όλους.
Σχετικά με τον Author
Έχοντας μεγαλώσει στον Πειραιά κι έχοντας ταλαιπωρήσει όλους τους φιλοτέχνεις της περιοχής ο Κλήμης κατέληξε στο ότι πρέπει να βρει κι άλλους επίδοξους ακροατές-θύματα για τα παραληρήματά του. Οι συμφοιτητές του στο Πάντειο Πανεπιστήμιο δεν του προκάλεσαν κορεσμό κι αυτό το επωμίζεσαι εσύ τώρα φίλε αναγνώστη.