Το παλιό Hollywood -και η σκοτεινή πλευρά που κρύβεται πίσω από την ωραιοποιημένη εικόνα της παλαιάς δόξας- αποτελεί σταθερή πηγή έμπνευσης για τους σύγχρονους «Μεγάλους». Τα τελευταία χρόνια, οι αδερφοί Coen κι ο Quentin Tarantino είχαν δοκιμάσει τη τύχη τους με τα Hail, Caesar! και Once Upon a Time in Hollywood αντίστοιχα, ενώ προσφάτως κυκλοφόρησε το Mank του David Fincher.
Το Mank αφηγείται τη ζωή του σεναριογράφου Herman J. Mankiewicz, δίνοντας μεγαλύτερη έμφαση στον καιρό που αφιέρωσε για τη συγγραφή του οσκαρικού σεναρίου του Citizen Kane. Μάλιστα, η ταινία ακολουθεί τα βήματα του κλασικού αριστουργήματος και «χωρίζει» τη πλοκή της με γνώμονα το χρόνο. Το αφηγηματικό παρόν παρουσιάζει έναν κατεστραμμένο, αλκοολικό Mank στη προσπάθειά του να γράψει το σενάριο για τον (αχάριστο, σύμφωνα με την ταινία) Orson Welles· το παρελθόν διερευνά τη σχέση του Mank με τις φιγούρες που διαμόρφωσαν τον χαρακτήρα του παλιού Hollywood.
Τα δυνατά χαρτιά είναι η εξαιρετική φωτογραφία που αγκαλιάζει τον θεατή και τον καλωσορίζει στον γηραιό κόσμο που παρουσιάζει, αλλά και η υποκριτική δεινότητα του cast, ιδίως του πρωταγωνιστή Gary Oldman, που για ακόμη μια φορά είναι κάλλιστα οσκαρικός. Κατά τα άλλα, η ταινία βρίθει από αναφορές και πρόσωπα τα οποία ναι μεν είναι γνώριμα για τους ειδήμονες της ιστορίας της Χρυσής Εποχής, αλλά αφήνουν απέξω τον οποιοδήποτε άλλον. Είναι σαν να διαβάζει κανείς το τρίτο κεφάλαιο ενός βιβλίου ιστορίας, έχοντας προσπεράσει εντελώς τα δυο πρώτα.
Ο Fincher είναι εξαιρετικός στα αστυνομικά θρίλερ, όμως έχει ασχοληθεί και με την ιστορική βιογραφία, κυρίως στο Mindhunter – το οποίο, βέβαια, επικεντρώνεται στο FBI και στους serial killers. Από την άλλη, το Mank, το οποίο γυρίζει τον θεατή ογδόντα+ ολόκληρα χρόνια πίσω, παρουσιάζει έναν κόσμο διαφορετικό, αχαρτογράφητα νερά που ο σεναριογράφος, ο εκλιπών πατέρας Jack Fincher, δεν εξερευνά εις βάθος. Δεν υπάρχει ιδιαίτερη εμβάθυνση στους πρωταγωνιστές – με εξαίρεση τον ίδιο τον Mank. Έτσι, το οποιοδήποτε πολιτικό σχόλιο, αλλά και οι νύξεις για τη σόου μπίζνες, μια βιομηχανία που σε μασάει κι έπειτα σε φτύνει στα αζήτητα, καταλήγουν υποτονικές.
Βέβαια, σε μια χρονιά κατά την οποία η σοδειά με καλές ταινίες είναι απίστευτα φτωχή, το Mank καταφέρνει να ξεχωρίσει, χάρη στον Gary Oldman και στα λοιπά καλά σημεία. Αυτό που, ενδεχομένως, φθείρει τη ταινία είναι το μεγάλο όνομα του David Fincher αλλά και η αναμονή για την επιστροφή του στο σινεμά, μετά από μία απουσία έξι ολόκληρων ετών. Υπό αυτό το πρίσμα, το οποίο φανερώνει περισσότερο αγάπη για τον ίδιο τον δημιουργό παρά αυστηρότητα κι «αντικειμενική» κριτική, μια απλώς αξιοπρεπής ταινία καταντά να είναι απογοητευτική ως επιστροφή.
Σχετικά με τον Author
Γεννήθηκε, μεγάλωσε και σπούδασε στου Ζωγράφου. Δεν άλλαξε και ποτέ παραστάσεις, οπότε η ζωή του μάλλον θα είναι αρκετά βαρετή. Τι δεν είναι βαρετό, όμως; Το περιεχόμενο αυτή της σελίδας.